- βιβλιοφυλάκιον
- βιβλιοφυλάκιον, το (Α)τόπος για τη φύλαξη βιβλίων, αρχείο.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
βιβλιοφυλάκιον — place to keep books in neut nom/voc/acc sg βιβλιοφυλακέω to be a librarian imperf ind act 3rd pl (doric) βιβλιοφυλακέω to be a librarian imperf ind act 1st sg (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
βιβλιοφυλακίοις — βιβλιοφυλάκιον place to keep books in neut dat pl βιβλιοφυλακέω to be a librarian pres opt act 2nd sg (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
βιβλίο — Σύνολο φύλλων χαρτιού, περγαμηνής ή άλλου υλικού, τυπωμένων ή χειρόγραφων, δεμένων μαζί ώστε να αποτελούν έναν τόμο, προορισμένο για κυκλοφορία. Η ιστορία του β. καλύπτει μια περίοδο πάνω από 5.000 ετών και είναι κατά μεγάλο μέρος ιστορία του… … Dictionary of Greek
ՏՈՒՆ — (տան, տամբ, տանց, տամբք.) NBH 2 0891 Chronological Sequence: Unknown date, Early classical, 6c, 8c, 12c, 13c գ. οἵκος, οἱκία, οἵκημα , οἵκησις, οἱκίσκος domus, habitatio, habitaculum, aedes, aedificium. (լծ. լտ. տօմուս ի յն. տօ՛մոս, որ եւ ՏԱՆԻՔ.) … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)